The day after tomorrow

16.01.2014 Αναγνώστηκε 972 φορές

Στα χρόνια του Λυκείου είχα την τύχη να διδάσκομαι φυσική από έναν εξαιρετικό καθηγητή, τον κύριο Μπολονέζο (αναφέρω το όνομά του μιας και μόνο έπαινοι ακολουθούν), ο οποίος κατόρθωσε να με πείσει για κάτι αυτονόητο μα συνάμα δύσκολο στην κατανόηση και διαχείρισή του. Μου έδειξε, με τον απλό και διαυγή τρόπο των μεγάλων δασκάλων, ότι τα σημαντικότερα λάθη είναι αυτά που συνήθως καταλογίζουμε στην απροσεξία, στην αβλεψία, όσα θεωρούμε –και πράγματι είναι- λεπτομέρειες. Αυτά είναι και τα λάθη που πιο δύσκολα διορθώνονται, διότι το ξεπέρασμά τους ταυτίζεται με το ξεπέρασμα από μια μηχανιστική αντίληψη και πρόσληψη θραυσμάτων της κατακερματισμένης γνώσης σε μια ολική πραγμάτευσή της γνώσης ως γνώσης του Άλλου και παράλληλα ως γνώσης του Εαυτού.

Όλα αυτά τα ανακάλεσα στη μνήμη μου, παρατηρώντας τον ΠΑΣ, τόσο στο καταστροφικό παιχνίδι της Κυριακής με τον Απόλλωνα όσο και στο αμέσως προηγούμενο με τον Αστέρα, να σκοντάφτει στο ίσωμα, προδομένος από λάθη σε μια πρώτη ανάγνωση μικρά, επουσιώδη, και να αδυνατεί να ανταποκριθεί σε  δυσχέρειες που άλλοτε δεν θα τον προβλημάτιζαν ιδιαίτερα –ανεξάρτητα απ’ το αν εντέλει θα τις υπερκερούσε, τουλάχιστον θα είχε τους τρόπους και τη μενταλιτέ για να το προσπαθήσει.

Ο ΠΑΣ δυστυχώς απώλεσε, ελπίζω όχι ανεπιστρεπτί, δύο από τα βασικά στοιχεία που τον έβγαλαν στον αφρό τα τελευταία χρόνια και τον αναγόρευσαν σε μετρήσιμο αγωνιστικά μέγεθος, παρά τις σημαντικές οικονομικές δυσκολίες και τις αλλεπάλληλες διοικητικές παλινωδίες: την καλή ψυχολογία και τη γνώση του παιχνιδιού.

Αναφερόμενος στην καλή ψυχολογία, δεν το περιορίζω στις σχέσεις μεταξύ των παικτών και στα ανέφελα αποδυτήρια, για τα οποία λείπουν, άλλωστε, ενδείξεις ότι βρίσκονται σε άσχημη κατάσταση. Εννοώ, κυρίως, την ψυχολογική προετοιμασία πριν από τους αγώνες και την ετοιμότητα κατά τη διάρκειά τους. Οι ποδοσφαιριστές μπαίνουν στο γήπεδο με χαλασμένο μυαλό και φυσιολογικά αυτό επηρεάζει τη συγκέντρωσή τους και τη δυνατότητά τους να αντιδρούν, όταν το παιχνίδι στραβώνει. Ήδη μοιάζει μακρινή ανάμνηση το περσινό ψυχολογικό ατσάλωμα της ομάδας (εν πολλοίς έργο Χριστόπουλο πάνω στην παρακαταθήκη του Άγγελου Αναστασιάδη), οπότε κάθε ποδοσφαιριστής αγωνιζόταν, με τη σιγουριά που προσφέρουν τα στεγανά της ομάδας και με την επιδίωξη να αναδειχθεί μέσα από το σύνολο, ως primus inter pares.

Τι άλλαξε και τι λείπει από πέρυσι, ώστε να μιλάμε για τέτοια αγωνιστική και ψυχολογική καθίζηση; Σίγουρα, αρκετά από τα πρόσωπα κλειδιά του παρελθόντος (προεξάρχοντος του Χριστόπουλου και του Πάντου). Αρκεί αυτό, για να εξηγήσει τα καθέκαστα;

Κατά τη γνώμη μου, ούτε κατά το ήμισυ. Πρέπει να αναλογιστούμε με τι κίνητρα κι ενθουσιασμό εμφορούνταν οι ποδοσφαιριστές την προηγούμενη περίοδο, φτάνοντας στην πηγή της μεγαλύτερης σύγχρονης στιγμής του ΠΑΣ αλλά μη πίνοντας τελικά –για τους γνωστούς-άγνωστους λόγους- απ’ το νερό της, και πώς φέτος όλα αυτά έχουν πάει περίπατο. Ακόμη, ας στοχαστούμε επίσης πάνω στις αγωνιστικές αλλαγές (βλ. και παλινωδίες) της φετινής πορείας, βλέποντας πόσο έχουν αλλοιώσει τη φυσιογνωμία της ομάδας και πόσο έχουν μπερδέψει τα πράγματα.

Για την αγωνιστική παρουσία της ομάδας, να σημειώσω πως το τελευταίο διάστημα αδυνατώ να καταλάβω τι θέλει να κάνει μέσα στο γήπεδο. Νομίζω, της λείπουν οι ξεκάθαροι ρόλοι και το σχέδιο νίκης, πέρα από τις ατομικές αδυναμίες και τα ελλείμματα που πάντα υπάρχουν, αλλά καμουφλάρονται πολύ δυσκολότερα, όταν εκλείπει το συλλογικό στίγμα, η γνώση του παιχνιδιού απ’ τον καθένα ξεχωριστά κι απ’ όλος μαζί. Ο ΠΑΣ μετατράπηκε από μια τετραγωνισμένη ομάδα, που προστάτευε επιμελώς τα μετόπισθεν κι εκμεταλλευόταν άψογα τις τυχόν ανισορροπίες στις αντίπαλες άμυνες (κυρίως στις αντεπιθέσεις και σ’ αυτό που στο μπάσκετ ονομάζουν «καταστάσεις δευτερεύοντος αιφνιδιασμού»), σε φλύαρες μονάδες ατάκτως ερριμμένες στον αγωνιστικό χώρο. Εμφανώς η αποχώρηση του Ντε Βινσέντι θολώνει την ομάδα, σαν να της στερεί την περιφερειακή της όραση. Ωστόσο, από τον Τσιώλη περίμενα –κι ακόμη τα περιμένω- τουλάχιστον μια πιο ορθολογική διαχείριση, ένα εκ νέου μοίρασμα ρόλων κι αρμοδιοτήτων κι ένα πλάνο, μια ορισμένη αγωνιστική φιλοσοφία.

Εν κατακλείδι, θεωρώ τον Τσιώλη αξιόλογο προπονητή. Το πρόβλημα είναι ότι οι ποδοσφαιριστές κι ο οργανισμός του ΠΑΣ είχαν συνηθίσει να κατευθύνονται από ανθρώπους που πέρα από καλοί προπονητές-διαχειριστές ήταν και αξιοπρόσεκτοι δάσκαλοι (Αναστασιάδης, Χριστόπουλος). Αυτό σε καμία περίπτωση δεν συνιστά ψόγο για τον Τσιώλη, απλώς φαίνεται πως η ομάδα το έχει ανάγκη. Μένει να αποδειχθεί απ’ το παιχνίδι με την Καλλονή κιόλας, εάν προπονητής και διοίκηση (ή κωφεύει ακόμη) μπορούν να αντιστρέψουν την κατάσταση, όχι για να προλάβουμε την πεντάδα, αλλά για να βγάλει η ομάδα αυτά που έχει δείξει ότι μπορεί και να μας κάνει χαρούμενους.

Υ.Γ. Περί μεταγραφών και αγωνιστικών λεπτομερειών σε επόμενο σημείωμα, ελπίζω μέσα στη βδομάδα.

του Στέφανου Μπατσή για το couchcoachdiaries.wordpress.com

Σχολιασμος