Ο Μήτρογλου και οι προλετάριοι της μπάλας

04.02.2014 Αναγνώστηκε 1108 φορές

Πέρα από τον Κώστα Μήτρογλου των 15 εκ. ευρώ και τους άλλους ακριβοπληρωμένους, υπάρχουν οι προλετάριοι του ελληνικού πρωταθλήματος. Υπήρχαν, για την ακρίβεια, πριν ενσκήψει η οικονομική κρίση η οποία επηρέασε και το ποδόσφαιρο, τον κατεξοχήν χώρο του θεάματος όπου η επιδεικτική σπατάλη του χρήματος επιβαλλόταν - και επιβάλλεται – ώστε να δημιουργείται ντόρος και να φανερώνεται η, εντός κι εκτός τερέν, ισχύς του εκάστοτε παράγοντα.

Ποιος ξεχνά τα φανταχτερά πρωτοσέλιδα για την παιχτούρα που φέρνει ο πρόεδρος, το «μαύρο διαμάντι», τον «γύπα», τον «γρανίτη της άμυνας», τον «δαντελένιο μαέστρο», που θα γκρεμίσει τα τσιμέντα, για αυτό και πληρώνεται ένα σκασμό λεφτά (ο ίδιος, η πρώην ομάδα, ο μάνατζερ και οι λοιποί παρατρεχάμενοι που γράφουν για να ανεβάσουν την τιμή).

Σαν σφαχτάρια κρεμασμένα στο χασάπικο των μετεγγραφών , δυο φορές το χρόνο, οι ποδοσφαιριστές έμπαιναν και μπαίνουν σε πλειστηριασμό. Θυμάμαι ακόμη, το ’94, τον «Φίλαθλο» να γράφει για τον Μελισσανίδη που θα στείλει ένα τάνκερ γεμάτο πεντοχίλιαρα στον Θεοδωρίδη του Ηρακλή για να αρπάξει από τα χέρια του Ολυμπιακού το τότε «μήλον της έριδος» Χρήστο Κωστή.

Αυτός ο χορός των εκατομμυρίων (υπαρκτών ή όχι) για το ελληνικό ποδόσφαιρο φαίνεται ότι έχει τελειώσει για ένα μεγάλο μέρος των ομάδων – εκείνων που στερούνται διαπλεκόμενων εφοπλιστών, πολλά υποσχόμενων «επενδυτών», βιομηχάνων κάθε λογής.

Και να πεις ότι δεν είχαν ευκαιρίες να βελτιώσουν τα οικονομικά τους οι ελληνικές ΠΑΕ; Άπλετες. Με αλλεπάλληλες ρυθμίσεις οφειλών, άρθρα 99 που τις απαλλάσσουν από τα χρέη, , εκπροσώπους του Δημοσίου που έχαναν όλως τυχαίως τον δρόμο για το δικαστήριο το οποίο θα αποφάσιζε για τη διεκδίκηση των οφειλών. Ένα βαρέλι δίχως πάτο για τον πάντοτε «υπέροχο λαό» που απειλούσε για τα δίκαια του ιστορικού σωματείου. Τι θα πει εάν τα δίκαια αυτά σήμαιναν στέρηση των δημόσιων εσόδων (άρα, στέρηση των πόρων για κοινωνικούς σκοπούς, σχολεία, νοσοκομεία, δρόμους, ερασιτεχνικό αθλητισμό); Τι θα πει αν σε πολλές περιπτώσεις τα ρεπορτάζ κατέγραφαν περιπτώσεις ποδοσφαιριστών οι οποίοι δεν αμείβονταν για τον κόπο τους, στο πλαίσιο ενός σύγχρονου εργασιακού μεσαίωνα με φόντο τη στρογγυλή θεά;

Δεν βαριέσαι. Μία μπάλα κλοτσάνε και παίρνουν εκατομμύρια. Ε, ας χάσουν και μερικά λεφτά. Δεν προσφέρουν και τίποτε (οφείλουν βέβαια να συμπεριφέρονται σαν πιόνια, χωρίς συναισθήματα, χωρίς δικαιώματα στην αρένα που τους ρίξαμε, στην αρένα που συμμετέχουν οικειοθελώς για να φτιάξουν τη ζωή τους). Ο διάχυτος λαϊκισμός της μάζας των θεατών συναντούσε – και συναντά – τον κερδοσκοπικό κυνισμό των αφεντικών της μπάλας. Έβρισκε , δε, πάντοτε πρόθυμο συμπαραστάτη στις δημοσιογραφικές πένες της οπαδικής μυωπίας. Άλλωστε, του επαγγελματία ποδοσφαιριστή ο εργασιακός βίος είναι μικρός. Υποφέρει από μικρός σαν ασκητής, φροντίζει το σώμα του , (την πολύτιμη εργασιακή του δύναμη), καλλιεργεί το ταλέντο του, την πουλά όσο όσο, εργάζεται με ένταση για 10-15 χρόνια, βγαίνει στη σύνταξη νωρίς (εκεί γύρω στα 40), αλλάζει επάγγελμα. Είναι ο αναλώσιμος πόρος για την τεράστια βιομηχανία του θεάματος που αποκαλείται σύγχρονο ποδόσφαιρο. Σε πληρώνω (από πού άραγε και με τι δημόσιων έλεγχο των οικονομικών;) , μωρή καριόλα τάδε, κι εσύ το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να κλωτσάς καλά το τόπι. Κι άμα λάχει, να βοηθήσεις να το στήσουμε το ματσάκι. Να σωθούμε. Να πληρωθείς. Άμα βγάλεις γλώσσα, άμα μιλήσεις, τον δρόμο τον ξέρεις. Είτε με το καλό (θα δώσω χαρτάκι στον αχυράνθρωπο που το παίζει προπονητής και η διαδρομή πάγκος-εξέδρα γίνεται Κολιάτσου-Παγκράτι, θα σε στείλω μόνον να τρέχεις με τα τσιμέντα, θα τηλεφωνήσω στον ρεπόρτερ να γράψει ότι είσαιπαλτό) είτε με το κακό (τα λεφτά είναι στη μαύρη τη σακούλα, στο υπόγειο, πάρτα, υπέγραψε εξόφληση κι εξαφανίσου). Μαφιόζικα πράγματα, πρώτη ύλη για φιλμ νουάρ.

Δεν γνωρίζω εάν έχει αλλάξει πολύ η κατάσταση για την οποία αξίζει να διαβάσετε το ¨Σκίσε το manual” του συναδέλφου αθλητικογράφου Βασίλη Σαμπράκου, μία από τις πιο θαρραλέες εξομολογήσεις ρεπόρτερ στην Ελλάδα για τον βρώμικο κόσμο του ελληνικού ποδοσφαίρου ή να θυμηθείτε τα πύρινα ρεπορτάζ του Φίλιππα Συρίγου για τον ΟΠΑΠ ή το μπιτ παρά χαρισμένο «Γ. Καραϊσκάκης». Σίγουρα όμως η αναφορά στους προλετάριους της μπάλας, η οποία πριν μία δεκαετία θα αφορούσε τα φτωχόπαιδα που πάλευαν κάθε Κυριακή να αναδειχτούν στη λασπουριά της Γ’ Εθνικής, τώρα αφορά και την πρώτη.

Το κατάλαβα καλύτερα την Κυριακή το βράδυ όταν παίκτης του Πανιωνίου, σε μία αξιοσημείωτη δόση ελευθεροστομίας, κατέκρινε τους οπαδούς του αγαπητού σωματείου για τις αποδοκιμασίες των τελευταίων μετά την εντός έδρας ήττα με 0-1 από τον Εργοτέλη. Είπε ότι παίζουνε απλήρωτοι και κάλεσε τους φιλάθλους να σκεφτούν ποιος φταίει για τη φτώχεια και όσα συμβαίνουν. Έστω και να τα είπε για να δικαιολογήσει την ήττα ή για να διασκεδάσει τις φήμες ότι παίκτες της ομάδας δεν παίζουν καλά επειδή σκέφτονται ήδη την επόμενη ομάδα τους, νομίζω ότι πρόκειται για μία ενδιαφέρουσα στιγμή ειλικρίνειας, μία κραυγή απόγνωσης που αποκαλύπτει το σκληρό πρόσωπο του μοντέρνου ελληνικού ποδοσφαίρου και κυρίως τη γενίκευση του φαινομένου της απλήρωτης ποδοσφαιρικής εργασίας από τα χαμηλά στα ψηλά. Τα λεφτά δεν παίζουν πάντα μπάλα. Ούτε φέρνουν την ευτυχία. Αλλά επειδή δεν βρισκόμαστε στο 1950 και τον άνθρωπο δεν τον λένε Μουράτη ή Νεστορίδη για να τον φιλοδωρούμε με πορτοκαλάδες μετά το ματς, ας σκεφτούμε τι ποδόσφαιρο θέλουμε. Των κερδοσκόπων που κάνουν ό,τι γουστάρουν με το κράτος να τους σιγοντάρει με αντάλλαγμα τις ψήφους ή ένα κυριακάτικο θέαμα το οποίο θα παρακολουθούμε με ευχαρίστηση κι εκείνοι που το προσφέρουν θα αμείβονται αξιοπρεπώς από τα αφεντικά τους;

Αλήθεια, τι είναι οι ποδοσφαιριστές: άνθρωποι με συνείδηση ή δούλοι χωρίς φωνή;

Του Γιώργου Παπαχριστοδούλου

Σχολιασμος