Το μείζον ζήτημα του συμβολαίου του Ντεμόλ

28.02.2011 Αναγνώστηκε 1932 φορές

Το ερώτημα εάν θα παραμείνει ή όχι ο Ντεμόλ στον πάγκο του ΠΑΣ μετά το τέλος της σεζόν, διατυπωμένο ως υποτιθέμενη πεμπτουσία του όλου σκηνικού της μη ανανέωσης του συμβολαίου του αν και το θέμα έχει έρθει πολλές φορές στο προσκήνιο από τον ίδιο, δεν απλοποιεί, αλλά μάλλον υπεραπλουστεύει επικίνδυνα την κουβέντα.

Κι αυτό, επειδή «αγνοεί τη συνισταμένη όλων των ιδιαιτεροτήτων της ομάδας που λέγεται ΠΑΣ Γιάννινα. Μια συνισταμένη που φέρνει τον Ντεμόλ να λειτουργεί, σε κάποιο επίπεδο, ως ΣΥΜΒΟΛΟ της ισορροπημένης (με τα προβλήματα και τα σκαμπανεβάσματά της) συνύπαρξης τόσων πολλών ετερόκλητων στοιχείων.

«Με άλλα λόγια», «ακόμη κι όσοι ζυγίζουν τα σωστά και τα λάθη του και βρίσκουν τη ζυγαριά να γέρνει προς τα δεύτερα, κάπου, στο βάθος του μυαλού τους, δεν μπορούν να αποφύγουν και τη σκέψη ότι αν φύγει στο τέλος της σεζόν ο Βέλγος τεχνικός, η ομάδα ΠΙΣΩΓΥΡΙΖΕΙ. Επιστρέφει σε άλλες εποχές, άλλες νοοτροπίες και άλλες πρακτικές, που η μέγιστη πλειονότητα των οπαδών του ΠΑΣ δεν θέλει ούτε να θυμάται -πόσο μάλλον να ξαναζήσει». Ως προς την ουσία των πιο πάνω δεν νομίζω ότι χρειάζεται να επεκταθώ πολύ.

Έπειτα από μια σειρά προπονητών που ήταν σαφές προς κάθε κατεύθυνση ότι βασικό κριτήριο για την επιλογή τους ήταν η ευγνωμοσύνη προς τη διοίκηση που τους έδωσε δουλειά (εξαίρεση σ’ αυτό ο Όγιος, που ίσως γι’ αυτό, άλλωστε, έφυγε χωρίς πολλά πολλά όταν διαπίστωσε ότι τίποτε απ’ όσα είχε ως όραμα στο μυαλό του δεν θα μπορούσε να υλοποιήσει παραμένοντας εντός του τότε ευρύτερου συστήματος γύρω από την ομάδα), ο κόσμος είδε στο πρόσωπο του Ντεμόλ να γίνεται εκ νέου μια στροφή προς τη σωστή βασική κατεύθυνση, αυτήν που όλα τα μεγάλα κλαμπ της Ευρώπης θεωρούν ορθή και λογική.

Ήτοι: προπονητής με προσωπικότητα και παραστάσεις, με βαρύνοντα (αν και, φευ, όχι καθοριστικό) λόγο στα πράγματα και χωρίς χρεία να τον στηρίξει με την κλάψα και τη μισαλλοδοξία του ένας αναποτελεσματικός, φτωχής έμπνευσης και μάλλον εμπαθής επικοινωνιακός μηχανισμός. Ήδη από την άφιξή του έγινε δεκτός ως «συμβολική» προσωπικότητα. Και στην πορεία αυτό είναι που θα του προσφέρει  και μεγάλη στήριξη (και δεν εννοώ μόνο μεταξύ των οπαδών).

Οι οπαδοί είναι δεδομένο ότι  για τον πιο πάνω λόγο θα δείξουν στον Ντεμόλ υπομονή και ανεκτικότητα που δύσκολα τη νέα χρονιά θα έδειχναν σε κάποιον άλλο. Όχι μόνο σε επίπεδο «ματς προς ματς» πράξεων ή παραλείψεών του. Και, προσωπικά, είμαι πεπεισμένος ότι το ίδιο ακριβώς σκεπτικό λειτούργησε υπέρ του και μεταξύ των μετόχων, όταν στο τέλος της περασμένης σεζόν έφτανε η ώρα της επιλογής προπονητή. Ο Χριστοβασίλης σκέφτηκε (τουλάχιστον) εκείνη τη στιγμή τι έχουν καταπιεί τόσα χρόνια οι οπαδοί και γι’ αυτό ακριβώς προτίμησε να μην πατήσει restart, αλλά να φερθεί ευρωπαϊκά.

Γνώμη μου είναι ότι πάρα πολύ καλά έπραξε, αλλά αυτό δεν έχει σημασία. Σημασία έχει ότι όπως όλα δείχνουν σ’ αυτή την απόφαση θα επιμείνει μέχρι τέλους και συνεπώς το περιβόητο πλέον ερώτημα αποκτά και μία ακόμη διάσταση: καθίσταται περιττό.

Χρήσιμο μόνον για όσους επιθυμούν γενικώς το μπάχαλο στον ΠΑΣ ή επιλέγουν να χτυπούν τελευταία τον Ντεμόλ ως «σαμάρι» - αν θέλετε την άποψή μου.

Για να μην πολυλογούμε, λοιπόν, αν έχει νόημα μια κουβέντα σχετική με τον Ντεμόλ, αυτή θα έπρεπε να έχει ως αντικείμενο το πώς ακριβώς θα καταφέρει ο ΠΑΣ  να ΠΑΨΕΙ η «ακυρωτική» αμφισβήτηση στο πρόσωπό του. Όχι η κριτική στις πράξεις και τις παραλείψεις του. Διότι υπάρχουν και μεν και δε και μια τέτοια κριτική όχι απλώς μπορεί, αλλά επιβάλλεται κιόλας να γίνει. Αλλά με επιχειρήματα που θα λάβουν απαντήσεις, οι οποίες, με τη σειρά τους, θα κριθούν πειστικές ή όχι. Και που, ακόμη κι αν κριθούν μη πειστικές, θα οδηγήσουν ίσως σε διεξοδικότερο ρεπορτάζ (αν με εννοείτε τι εννοώ), δεν θα οδηγήσουν πάντως σε αντιμετώπιση του είδους «έλα, μωρέ, με τον μυρωδιά».

Αφού, καλώς ή κακώς (καλώς για μένα, αλλά, επαναλαμβάνω, αυτό δεν έχει σημασία) η παρουσία του Ντεμόλ πρέπει να θεωρείται δεδομένη τη νέα σεζόν, αυτό που πρέπει να συμβεί είναι να βρεθεί ο καλύτερος δυνατός τρόπος να αξιοποιηθεί αυτή η παρουσία.

Είναι κάτι, αυτό, που θα μπορούσε, υπό άλλες συνθήκες ή σε άλλες (πρόσφατες) εποχές να λυθεί απλά, με δυο -δημόσιες- κουβέντες. Τώρα, η «απλή» λύση δεν είναι εφικτή. Ίσως μερικές πράξεις να μιλήσουν, λοιπόν, πιο δυνατά απ’ τα οποιαδήποτε λόγια.

Νίκος Σκούμπος (αναδημοσίευση από Αθλητική Γνώμη)

Σχολιασμος